ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214,Email:archaeol@otenet.gr,
www.sea.org.gr  
 
                                                                                                                                   
 Αθήνα, 3/2/2020
 
Με έκπληξη το Δ.Σ. του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων διαπιστώνει ότι άλλο ένα μείζονος αρχαιολογικής σημασίας θέμα εισάγεται αίφνης στην ημερήσια διάταξη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, η «Επανεξέταση της κατά χώραν παραμονής του ευρήματος του πολυανδρίου “Δεσμώτες”, που αποκαλύφθηκε στην περιοχή “Εσπλανάδα” στο “Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος”, ή της προσωρινής και υπό προϋποθέσεις απόσπασης και επανατοποθέτησής του, εξ αιτίας των νέων στοιχείων και της κατάστασης όπου έχει περιέλθει το σκελετικό υλικό».
Η εισαγωγή του θέματος στο Κ.Α.Σ, που συνιστά ουσιαστικά επανεξέταση και ενδεχόμενη αναίρεση της Υ.Α. του 2016 για κατά χώραν διατήρηση, συντήρηση και ανάδειξη, του μοναδικού αρχαιολογικού και ιστορικού ευρήματος, δεν ακολούθησε τις εισηγήσεις των αρμόδιων Υπηρεσιών, ως όφειλε, αλλά υπαγορεύτηκε καταρχήν από Δελτίο Τύπου της κ. Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού στις 22/1/2020. Το δελτίο τύπου προανήγγειλε όχι μόνο την επανεξέταση της Απόφασης, την αυτοψία των μελών του Κ.Α.Σ., η οποία πραγματοποιείται σήμερα 3/2/2020, μία ημέρα μόλις πριν τη συνεδρίαση, αλλά προδικάζει ακόμα και τα αποτελέσματα αυτής καθώς και τη γνωμοδότηση του Συμβουλίου. Σύμφωνα με το Δ.Τ. του ΥΠΠΟΑ: Σήμερα το εύρημα είναι σε πολύ κακή κατάσταση. Ένα μεγάλο μέρος του μοναδικού ευρήματος έχει ήδη χαθεί. Η υπουργός ζήτησε την αναπομπή στη συνεδρίαση του Συμβουλίου της 4ης ή 11ης Φεβρουαρίου τ.ε., ώστε το ΚΑΣ να συζητήσει, έπειτα από αυτοψία των μελών του Συμβουλίου, αν επιμένει στην κατά χώρα διατήρηση και ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες του.
Εντύπωση μάλιστα προκαλεί η κατεπείγουσα επίσπευση του θέματος, όταν στις 31 Αυγούστου 2019 είχε προηγηθεί σύσκεψη όλων των αρμόδιων Υπηρεσιών, από την οποία θα μπορούσε να έχει προκύψει η λήψη των μέτρων προστασίας.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, αναμένοντας τα αποτελέσματα της αυτοψίας των μελών του Κ.Α.Σ. και των αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων, σχετικά με την κατάσταση διατήρησης των περίφημων «Δεσμωτών» του Φαλήρου, καλεί την πολιτική ηγεσία να τηρήσει στάση αναμονής ώσπου να ολοκληρωθούν εμπεριστατωμένες εισηγήσεις, των Διευθύνσεων και της Εφορείας, και να μην επανεισάγει εσπευσμένα το θέμα στο Συμβούλιο.
Το Δ.Σ. του Σ.Ε.Α. στηρίζει την όσο το δυνατόν πληρέστερη διατήρηση του ευρήματος, υλικού τεκμηρίου του ταραγμένου δημόσιου βίου της αρχαίας Αθήνας, σε συνάφεια με το φυσικό περιβάλλον εύρεσής του. Πρόκειται, ωστόσο, για ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο εύρημα για το οποίο απαιτείται ενδελεχής διεπιστημονική προσέγγιση. Υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε εάν η απόσπαση και μετακίνηση του σκελετικού υλικού δεν επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την εύθραυστη κατάστασή του και εάν υπάρχουν οι όροι της επανατοποθέτησης.
Εν κατακλείδι, οι ενέργειες της πολιτικής ηγεσίας πλήττουν το κύρος του Συμβουλίου, επιβάλλοντας στα μέλη να ψηφίσουν για ένα ιδιαίτερα σοβαρό θέμα, με πολλές προεκτάσεις, χωρίς επαρκή προηγούμενη ενημέρωση και προετοιμασία, αλλά ακόμα περισσότερο προδικάζοντας την απόφαση του Συμβουλίου, διατυπώνοντας έμμεσες αιχμές περί ανάληψης ευθύνης.
Υπενθυμίζουμε ότι η έλλειψη προετοιμασίας και η μη τήρηση των διαδικασιών μόνο καθυστερήσεις επιφέρει. Με την ίδια κατεπείγουσα διαδικασία εισήχθη άλλωστε και το ερώτημα της απόσπασης των αρχαιοτήτων στον Σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης, με τη γνωστή καταστροφική για το μνημειακό σύνολο γνωμοδότηση, ωστόσο η σχετική Υ.Α. δεν έχει καν ακόμη -1,5 μήνα μετά- υπογραφεί, παρά την σπουδή της κυβέρνησης. Μολονότι οι δυο υποθέσεις είναι εντελώς αναντίστοιχες –αφού σε καμία περίπτωση τα ιδιαίτερα σημαντικά ανθρώπινα σκελετικά κατάλοιπα δεν μπορούν να συγκριθούν με ένα εκτεταμένο σύμπλεγμα μνημειακής αρχιτεκτονικής- ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων δεν μπορεί παρά να σχολιάσει με ανησυχία την παραβίαση της ορθής διοικητικής διαδικασίας για άλλη μια φορά καθώς και την εμφανή προεπιλογή της λύσης της απόσπασης αρχαιοτήτων ως πανάκεια, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ευρήματος και ανεξαρτήτως των επιταγών της κείμενης νομοθεσίας.