Προς τον Υπουργό Πολιτισμού & Τουρισμού, κ. Παύλο Γερουλάνο


Κύριε Υπουργέ,

 
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) σας συγχαίρει θερμά για την ανάληψη καθηκόντων ως πολιτικού προϊσταμένου του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (ΥΠΠΟΤ) και σας καλωσορίζει προσβλέποντας σε μια γόνιμη και δημιουργική συνεργασία.
Ο ΣΕΑ, επιστημονικός σύλλογος και συγχρόνως κλαδικό συνδικαλιστικό όργανο των αρχαιολόγων που εργάζονται στο ΥΠΠΟΤ ως μόνιμοι και ως υπάλληλοι με σύμβαση αορίστου χρόνου, εκπροσωπεί την ραχοκοκαλιά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, του κρατικού φορέα που είναι υπεύθυνος για την προστασία, την συντήρηση, την διαχείριση, την ανάδειξη και την προβολή της μνημειακής και εν γένει πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας. 1.000 επιστήμονες, αρχαιολόγοι και μουσειολόγοι, συγκροτούν τον μεγαλύτερο και αρχαιότερο επιστημονικό σωματείο του ΥΠΠΟΤ και τον μοναδικό θεσμικό φορέα αρχαιολόγων στην Ελλάδα.
 
Τα πρωτοφανή σε έκταση, ποσότητα, ποικιλία, αλλά και πολυπλοκότητα, έργα συντήρησης, αναστήλωσης, ανάπλασης και ανάδειξης, και οι συνυφασμένες με αυτά αρχαιολογικές έρευνες –ανασκαφικές και άλλες, οι μουσειακές εκθέσεις, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, το πολυποίκιλο εποπτικό και εκπαιδευτικό υλικό, μαζί με τις τεράστιες ανασκαφικές έρευνες στο πλαίσιο των μεγάλων έργων που βρίσκονται σε εξέλιξη τα τελευταία είκοσι χρόνια σε ολόκληρη την χώρα κάνουν την Αρχαιολογική Υπηρεσία, πέρα από όλα τα άλλα, έναν ερευνητικό γίγαντα που δικαιωματικά κατέχει την απόλυτη πρωτοκαθεδρία στη μελέτη του κλασικού πολιτισμού στη χώρα που γεννήθηκε καθώς και του βυζαντινού στον προνομιακό χώρο ανάπτυξης του. Άλλωστε, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων είναι ο φορέας με το μεγαλύτερο ποσοστό μελών – κατόχων μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων από όλους τους κλάδους της Δημόσιας Διοίκησης.
 
Χάρη στην καθημερινή επαφή τους με τα ίδια τα μνημεία, αλλά και με τους πολίτες οι αρχαιολόγοι του Υπουργείου Πολιτισμού ξεπέρασαν στην πράξη τα αδιέξοδα του στείρου ακαδημαϊσμού που καθορίστηκαν από τις νεοθετικιστικές προσεγγίσεις της προηγούμενης γενιάς και αναγνωρίζουν έμπρακτα την ανάγκη της "κοινωνικοποίησης των μνημείων", ώστε αυτά όχι μόνον να προστατεύονται με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο από τους ίδιους τους πολίτες που γνωρίζοντάς τα θα τα αγαπήσουν, αλλά και να αποτελέσουν κρίσιμα στοιχεία αναβάθμισης της ποιότητας ζωής και του πολιτισμού της καθημερινότητας και συγχρόνως πολύτιμες, αναπαλλοτρίωτες και μη ανανεώσιμες πηγές αειφόρου ανάπτυξης.
Οι αρχαιολόγοι σήμερα εφαρμόζουν πρωτοπόρες πολιτικές στον τομέα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, όχι μνημειοκεντρικές αλλά ανθρωποκεντρικές, αφού μέσω του επισκέπτη είναι που το μνημείο αποκτά την μοναδική του αξία ως φορέας συλλογικής μνήμης και ως στοιχείο ποιότητας ζωής και βιώσιμης ανάπτυξης. Η εφαρμογή ωστόσο των σύγχρονων στρατηγικών ολοκληρωμένης προστασίας της μνημειακής μας κληρονομιάς υπονομεύεται από την υποβάθμιση και απαξίωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας τα τελευταία χρόνια με την υποστελέχωση, την έλλειψη πόρων και τις μικροπολιτικές παρεμβάσεις των πολιτικών ηγεσιών.
Δυστυχώς, υπουργοί με πρόδηλη αδυναμία να συλλάβουν την πολυδιάστατη σημασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στον 21ο αιώνα, προχώρησαν, εσκεμμένα ή ανεπίγνωστα, στην συνολική υποβάθμιση της ολοκληρωμένης μνημειακής προστασίας.
 
 
Κύριε Υπουργέ,
Με το υπόμνημα που ακολουθεί θέλουμε:
·                     να σας ενημερώσουμε για την κατάσταση που επικρατεί στην Αρχαιολογική Υπηρεσία η οποία δυστυχώς τα τελευταία χρόνια έχει περιέλθει σε μια πρωτοφανή κατάσταση διοικητικής παράλυσης και οικονομικής ασφυξίας με αποτέλεσμα σοβαρά προβλήματα τόσο στο έργο της προστασίας των μνημείων όσο και στη διεκπεραίωση των υποθέσεων των πολιτών
·                     να σας παρουσιάσουμε μερικές από τις προτάσεις μας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών
·                     να σας εκθέσουμε τα ζητήματα που μας αφορούν ειδικότερα, τα περισσότερα από τα οποία δεν είναι απλώς αιτήματα του κλάδου μας, άλλα στοιχειώδεις ενέργειες που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας
 
Προκαταρκτικά θέλουμε επίσης να επισημάνουμε ότι η συνένωση του Υπουργείου Πολιτισμού με εκείνο του Τουρισμού βρίσκει τους αρχαιολόγους προβληματισμένους. Η σύνδεση του πολιτισμού με τον τουρισμό δείχνει να υπερτονίζει μια παράμετρο του πολιτισμού που είναι μεν βασική, αλλά όχι κυρίαρχη. Ειδικότερα, η αιτία ύπαρξης της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι πρωτίστως ο παιδευτικός της ρόλος. Όπως άλλωστε γνωρίζετε από τις σπουδές σας στην ιστορία, τα μνημεία ως φορείς συλλογικής και ατομικής μνήμης τα μελετούμε, τα προστατεύουμε και τα αναδεικνύουμε ώστε η άυλη αξία τους, ως υλικών μαρτυριών του ανθρώπου, να επενδυθεί στην συνειδησιακή διαμόρφωση του πολίτη και στην ιστορική προοπτική της κοινωνίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτιστική κληρονομιά αποκτά την προστιθέμενη αξία της ώστε να καταστεί ενδιαφέρουσα για τον τουρίστα, να αποτελέσει επομένως και «προϊόν» για την τουριστική βιομηχανία.
 
 

Α.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ και ΕΣΠΑ

 
Η Αρχαιολογική Υπηρεσία υλοποίησε στα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, (Β΄ και κυρίως Γ΄ ΚΠΣ) ένα τεράστιο έργο συντήρησης, προστασίας, οργάνωσης, ανάδειξης και προβολής μνημείων, χώρων και αρχαιολογικών μουσείων.
Με την επιτυχημένη μέθοδο της αυτεπιστασίας οι Εφορείες Αρχαιοτήτων ολοκλήρωσαν περίπου 300 συγχρηματοδοτούμενα έργα που διακρίνονται για την υψηλή ποιότητα και τον υποδειγματικό τρόπο εκτέλεσής τους, τα οποία προσέφεραν απασχόληση σε πολλούς εργαζόμενους σε ολόκληρη την επικράτεια, ακόμη και σε περιοχές απομακρυσμένες, παραμεθόριες και δυσπρόσιτες.
Έτσι δημιουργήθηκαν σημεία έλξης και ενδιαφέροντος με μικρότερη ή μεγαλύτερη εμβέλεια που, αν προβληθούν συστηματικά μέσα από τις δυνατότητες που δίνει η διεύρυνση του ΥΠΠΟ με τις υπηρεσίες του Τουρισμού και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά  στην αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών αυτών.
 
Η εμπειρία έδειξε ότι η επιστημονική προσέγγιση και η χρηστή διαχείριση, αλλά και η ευελιξία που διασφαλίζει η μέθοδος της αυτεπιστασίας, οδήγησαν στην καλύτερη δυνατή διεκπεραίωση των έργων και στην έγκαιρη και αποτελεσματική απορρόφηση των κοινοτικών πόρων. Αυτό διαπιστώθηκε συχνά  στους ελέγχους των αρμόδιων Διαχειριστικών Αρχών και βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι έργα των Υπηρεσιών μας επελέγησαν ως Καλές Πρακτικές από τρίτους φορείς.
 
Δυστυχώς, παρά τις άριστες επιδόσεις του ΥΠΠΟ στο Γ΄ ΚΠΣ, η απουσία σχεδιασμού και συγκροτημένης πολιτικής από την απελθούσα ηγεσία του ΥΠΠΟ οδήγησε στην απώλεια τομεακού προγράμματος Πολιτισμού στο ΕΣΠΑ. Επίσης απεμπολήθηκε η δυνατότητα εκχώρησης στο ΥΠΠΟ των πόρων για τον τομέα του πολιτισμού από τα Περιφερειακά Προγράμματα (ΠΕΠ) και την Ψηφιακή Σύγκλιση, ενώ καρκινοβατεί η διαδικασία εκχώρησης από τα τομεακά προγράμματα (ΕΠΑΝ, Παιδεία και Δια βίου Μάθηση κ.ά.). 
 
Επειδή αυτή η εξέλιξη είναι άκρως αρνητική για την προστασία και την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς, θεωρούμε κατεπείγουσες και απολύτως επιβεβλημένες τις ακόλουθες ενέργειες:
 
-                      Την επιδίωξη εξασφάλισης τομεακού προγράμματος για τον Πολιτισμό, σε περίπτωση νέας διαπραγμάτευσης για την Δ΄ Προγραμματική Περίοδο.
 
-                      Την άμεση κατοχύρωση με επίσημη γραπτή νομική δέσμευση του ύψους των πιστώσεων του ΕΣΠΑ που προορίζονται για προγράμματα (ΠΕΠ, Τομεακά άλλων υπουργείων) τα οποία αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά. Τα αντίστοιχα έργα θα πρέπει να τα υλοποιήσει η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η μόνη αρμόδια κατά το Νόμο για την επέμβαση επί μνημείων και αρχαιολογικών χώρων και σε καμία περίπτωση τρίτοι όπως ΟΤΑ, Ιερές Μονές, Εκκλησία της Ελλάδος.
 
-                      Την επιδίωξη της εκχώρησης της διαχείρισης όλων των πιστώσεων που θα διατεθούν για τον τομέα του Πολιτισμού από τα άλλα Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΕΣΠΑ στην Διαχειριστική Αρχή του ΥΠΠΟΤ («Ειδική Υπηρεσία Τομέα Πολιτισμού»-ΕΥΤΟΠ). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (J. Poncet) έχει συχνά εκφράσει την επιδίωξή της να υπάρχει μόνον ένας συνομιλητής για τον τομέα του Πολιτισμού και αυτός να είναι το αρμόδιο Υπουργείο και όχι οι κατά περίπτωση τοπικοί άρχοντες (Περιφερειάρχες, Νομάρχες, Δήμαρχοι) ή οι γενικοί γραμματείς άλλων Υπουργείων.
-                      Εδώ επισημαίνεται ότι στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας υπάρχει το ιδιαίτερα σοβαρό θέμα του Αγίου Όρους, το οποίο είναι ολόκληρο κηρυγμένο μνημείο και έχει ενταχθεί το 1988 από την UNESCO στον κατάλογο της  Παγκόσμιας Κληρονομιάς ως μεικτό, πολιτιστικό και φυσικό αγαθό. Ο σχεδιασμός, η έγκριση και η εκτέλεση έργων στην περιοχή του Άθω θα πρέπει οπωσδήποτε να αποτελέσει θέμα κοινής αντιμετώπισης με το Υπουργείο Πολιτισμού.
 
-                      Οι προτάσεις για τα έργα επί μνημείω