20/9/2019

Σας ενημερώνουμε ότι ο  Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, μόλις πληροφορήθηκε τη διαβούλευση επί του ΠολυνομοσχεδίουΠροσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων –Τροποποίηση ν. 4608/2019 (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και προσέλκυση Στρατηγικών Επενδύσεων και άλλες διατάξεις, αφού μελέτησε τα σημεία εκείνα όπου η προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων  θα είναι αντίθετη με σοβαρά θέματα προστασίας των αρχαιοτήτων, κατέθεσε τις παρακάτω απόψεις του  επί του Πολυνομοσχεδίου (http://www.opengov.gr/ypoian/?p=10491):
 
Όπως και κατά την διαβούλευση επί του Ν. 4608/2019, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (Σ.Ε.Α.), εκφράζει τις έντονες επιφυλάξεις του επί των σημείων του Ν/Σ που θέτουν ασφυκτικές προθεσμίες στην διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, χωρίς να παρέχονται στις Υπηρεσίες τα αντίστοιχα μέσα προκειμένου οι τελευταίες να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν. Αποτελεί πάγια άποψη του Συλλόγου ότι ο ενδελεχής έλεγχος από τις Υπηρεσίες του Υπ. Πολιτισμού και Αθλητισμού , και ειδικά της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, προφυλάσσει τις επενδύσεις και τα μεγάλα έργα από λανθασμένους σχεδιασμούς, χρονοδιαγράμματα και προϋπολογισμούς και δεν είναι δυνατόν να εντάσσεται σε ενιαίες προθεσμίες.
 
Συγκεκριμένα, οι επιφυλάξεις του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων επί του σχεδίου νόμουεντοπίζονται στα εξής σημεία:
 
Στο Μέρος Α, άρθρο 1 «Τροποποίηση ν. 4608/2019 (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και προσέλκυση Στρατηγικών Επενδύσεων και άλλες διατάξεις)»:
 
α)Με την παράγραφο 5 συμπληρώνεται το Άρθρο 11 του ν. 4608/2019 ως εξής:« 4. Για την πραγματοποίηση Στρατηγικών Επενδύσεων επιτρέπονται συγκεκριμένες και ειδικές παρεκκλίσεις από τους ισχύοντες όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος[…]», είναι εξαιρετικά γενικόλογο και αφήνει περιθώρια για κάθε είδους παρεκκλίσεις από την αρχαιολογική νομοθεσία, με αστάθμητες πιθανές επιπτώσεις σε αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία. 
β) Η παράγραφος 5 του άρθρου 13 του Ν. 4608/2019 «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα και προσέλκυση Στρατηγικών Επενδύσεων και άλλες διατάξεις» αντικαθίσταται από διάταξη που προβλέπει τη μεταφορά της αρμοδιότητας για την έκδοση κάθε άδειας στον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, καθώς και β) στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος 7, σύμφωνα με την οποία τα πιεστικά χρονοδιαγράμματα (που σε συνάρτηση με παράγοντες που παραβλέπει ο νομοθέτης καθίστανται ανεφάρμοστα) συναρτώνται με την πρόβλεψη για την επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων σε περίπτωση ακόμα και ανυπαίτιας καθυστέρησης στην τήρησή τους.
 
 
 
Στο Μέρος Γ, Άρθρο 5 «Παραχώρηση πρόσβασης σε γεωχωρικά δεδομένα»:
 
Για τη δημιουργία του Ενιαίου Ψηφιακού Χάρτη υποχρεούται, μεταξύ άλλων φορέων του Δημοσίου, και το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού να καταθέσει εντός 6μήνου το σύνολο των γεωχωρικών δεδομένων όπως περιγράφονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου (μεταξύ άλλων γεωχωρικά δεδομένα για αρχαιολογικούς χώρους ή ιστορικούς τόπους, και γενικά προστατευόμενους χώρους, αλλά και το «σύνολο των πληροφοριών που αφορούν άμεσα ή έμμεσα σε συγκεκριμένη τοποθεσία ή γεωγραφική περιοχή της Ελληνικής Επικράτειας από τις οποίες εξαρτάται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η αδειοδότηση της οποιασδήποτε επενδυτικής ή κατασκευαστικής δραστηριότητας»). Στο Υπουργείο Πολιτισμού βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη η σύνταξη του Αρχαιολογικού Κτηματολογίου, μιας πρωτοποριακής βάσης δεδομένων για τους κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους, μνημεία και ακίνητα του Υπ. Πολιτισμού και Αθλητισμού, ωστόσο το έργο αυτό δεν προβλέπεται να ολοκληρωθεί εντός εξαμήνου. Επιπλέον, το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο περιλαμβάνει μέρος μόνο από τους κηρυγμένους και οριοθετημένους αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία, καθώς υπάρχουν πλείστα γνωστά μνημεία ιστάμενα και μη τα οποία δεν έχουν κηρυχθεί αλλά προστατεύονται αυτοδίκαια από τις διατάξεις του Ν. 3028/2002. Επιπλέον ο κατάλογος των κηρυγμένων χώρων και μνημείων εμπλουτίζεται συνεχώς μέσω νέων ανασκαφών και γεωχωρικών δεδομένων. Συνεπώς η πρόβλεψη που υπάρχει στο άρθρο 6 του Σχεδίου Νόμου «δεν επιτρέπεται άρνηση αδειοδότησης της οποιασδήποτε επενδυτικής ή κατασκευαστικής δραστηριότητας στη βάση γεωχωρικών δεδομένων που δεν συμπεριλαμβάνονται στον Ενιαίο Ψηφιακό Χάρτη», χρήζει τροποποίησης, προκειμένου να μην αποκλείσει τον αναγκαίο έλεγχο που προηγείται της όποιας επένδυσης ή κατασκευαστικής δραστηριότητας και εκτελείται από την εκάστοτε αρμόδια Υπηρεσία ή Διεύθυνση του ΥΠ.ΠΟ.Α.
 
Στο Μέρος Δ’Άρθρο 9«Εθνικό Μητρώο Υποδομών»:
 
Ομοίως η καταγραφή των υποδομών και κτηρίων η συντήρηση και ο έλεγχος των οποίων υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπ. Πολιτισμού και Αθλητισμού αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία, η οποίαβρίσκεται σε εξέλιξη ενώ εκκρεμεί από την πλευρά των Υπηρεσιών του ΥΠ.ΠΟ.Α. και ο έλεγχος για τα ακίνητα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που έχουν στο παρελθόν παραχωρηθεί στην ΕΤΑΔ Α.Ε. και τα οποία οφείλουν να εξαιρεθούν της παραχώρησης αυτής και να καταγραφούν ως δημόσια.
Άρθρο 77«Συμβάσεις Παραχώρησης»:
 
Η αντικατάσταση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν. 4413/2016 με την διατύπωση ότι «επιτρέπεται η υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης μετά από γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Δημοσίων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, εφόσον έχουν συντελεσθεί απαλλοτριώσεις τουλάχιστον σε ποσοστό 50%, έχει εκπονηθεί η, κατά το άρθρο 345 του ν. 4512/2018 (Α` 5), Έκθεση Αναλυτικής Αρχαιολογικής Τεκμηρίωσης (Ε.Α.Α.Τ.), όπου απαιτείται, και υλοποιηθεί τουλάχιστον το 50% του φυσικού αντικειμένου αυτής, σύμφωνα με το ειδικότερο πρόγραμμα παράδοσης των χώρων εκτέλεσης του έργου, το οποίο και αποτελεί έγγραφο της σύμβασης παραχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 36» δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερες πιέσεις για την ολοκλήρωση της αρχαιολογικής έρευνας πριν την συμβασιοποίηση ενός μεγάλου έργου και μπορεί να ενέχει το στοιχείο της άρνησης του παραχωρησιούχου για τη χρηματοδότηση των αρχαιολογικών ερευνών που θα βρίσκονται σε εξέλιξη μετά την υπογραφή της σύμβασης.
 
 
 
Στο Μέρος ΙΔ’Άρθρο 78 «Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα»:
 
Αντικαθίστανται δύο εδάφιαστοάρθρο 21 του Ν. 3389/2005 «Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα»:διατηρείταιόμοια ασφυκτική προθεσμία εξήντα ημερών για τη διασφάλιση της προστασίας των αρχαιοτήτων, ενώ προβλέπεται ότι με την άπρακτη παρέλευσή της η σχετική αρμοδιότητα περιέρχεται αυτοδικαίως στην αρμόδια Διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων αντίστοιχα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών.»
 
Για τον Σ.Ε.Α., όπως κατ’ επανάληψη έχει υποστηρίξει με ανακοινώσεις του, οι αρχαιότητες και κάθε πολιτιστικό αγαθό δεν αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη. Αντίθετα, ο εντοπισμός, η ανάδειξη και τελικά η ενσωμάτωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στα σύγχρονα έργα τούς προσδίδει προστιθέμενη αξία, όπως άλλωστε έχει συμβεί επανειλημμένως σε μεγάλα έργα, δημόσια και ιδιωτικά, στο παρελθόν. Προϋπόθεση για την ανάδειξη αλλά και την αξιοποίηση αυτής της αξίας είναι η διατήρηση ενός σαφούς και ασφαλούς πλαισίου προστασίας του πολιτιστικού αγαθού αλλά και η εφαρμογή του με τα κατάλληλα μέσα από τους εντεταλμένους δημόσιους λειτουργούς.

Το προκείμενο Ν/Σ ανατρέπει τη λογική και τη συνεπή σειρά των προτεραιοτήτων. Το πλαίσιο εξασθενίζει και ο δημόσιος λειτουργός θα αντιμετωπίζει πλέον την απειλή των πειθαρχικών κυρώσεων για κάθε καθυστέρηση, ακόμα και αν είναι ανυπαίτια. Δεν ερωτάται, όμως, διαθέτει τα μέσα να ανταποκριθεί στις ασφυκτικές προθεσμίες για την διεκπεραίωση των αιτημάτων; Είναι σε θέση να προβεί εντός της προθεσμίας που θέτει το Ν/Σ στην ανάθεση μιας εργασίας σε εξωτερικό συνεργάτη; Έχει την δυνατότητα να προσλάβει το απαραίτητο προσωπικό, προκειμένου να τεκμηριώσει επαρκώς και εγκαίρως την εισήγησή του; Δύναται να υλοποιήσει όλο το σύνθετο αρχαιολογικό έργο ακόμα και ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας που δεν διαθέτει υπαλλήλους;
Τα ερωτήματα αυτά και άλλα τόσα δεν απαντώνται στο Ν/Σ, με το οποίο επιδιώκεται η παράκαμψη των Υπηρεσιών και τελικά του ίδιου του Αρχαιολογικού Νόμου.
 
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ