ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Αθήνα, 9/8/2019
Αρ. Πρωτ.:591
ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΔΥΟ ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΟΥ Γ. Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Γ. ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ «ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ - ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΤΟΝΤΑΙ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΥΠΠΟΑ».
Χτες το πρωί διαβιβάστηκε στις Υπηρεσίες από τη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και τη Γενική Διεύθυνση Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων του υπ’ αρ. ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΠΚ/427919/306277/6-8-2019 έγγραφο του Γενικού Γραμματέα Πολιτισμού σχετικά με «Ανακοινώσεις - δημόσιες αναρτήσεις για θέματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων του ΥΠΠΟΑ». Εν συνεχεία, και μετά τις πρώτες αντιδράσεις, την ίδια μέρα το απόγευμα διαβιβάστηκε νέο έγγραφο, το υπ’ αρ. ΥΠΠΟΑ/ΓΓΓΠ/432336/7150/8-8-2019, για το ίδιο θέμα.
Δυστυχώς είναι η δεύτερη φορά, που, χωρίς κανένα νομικό έρεισμα, ερχόμαστε αντιμέτωποι με προσπάθεια φίμωσης της ελευθερίας του επιστημονικού λόγου των αρχαιολόγων του ΥΠ.ΠΟ.Α., αλλά και της δράσης εξωστρέφειας των Αρχαιολογικών Μουσείων και των Εφορειών. Την προηγούμενη φορά ήταν η υπ’ αρ.317099/182394/18-12-2014 εγκύκλιος της ΓΔΑΠΚ «Περί διαχείρισης αρχαιολογικού υλικού που διοχετεύεται στα ΜΜΕ», για την οποία είχε διαμαρτυρηθεί αμέσως ο Σύλλογός μας ζητώντας την άμεση απόσυρσή της. Μετά την έκθεση των νομικών και ουσιαστικών επιχειρημάτων που καθιστούσαν το περιεχόμενο της εγκυκλίου άκυρο, η εγκύκλιος αποσύρθηκε, όπως αναφέρεται αναλυτικά στο υπ’ αρ. 167/12-3-2015 έγγραφό μας, το οποίο σας κοινοποιείται διότι παραμένει απολύτως επίκαιρο, καθώς περιέχει αναλυτική έκθεση όλων των επιχειρημάτων μας, μαζί με την σχετική νομοθεσία και νομολογία.
Με το χτεσινό πρώτο έγγραφο του ΓΓ, που αναφέρεται σε απαγόρευση ανακοινώσεων-δημοσίων αναρτήσεων και ζητά αυτές να αδειοδοτούνται από το Γραφείο Τύπου του ΥΠΠΟΑ, επιχειρείται λογοκρισία όχι μόνον του επιστημονικού μας έργου, αλλά ακόμη και των προσωπικών μας αναρτήσεων σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το δεύτερο έγγραφο του ΓΓ επαναφέρει επακριβώς (με μία μόνο προσθήκη) την εγκύκλιο της ΓΔΑΠΚ του 2014, η οποία είχε αποσυρθεί με έγγραφο της τότε Γενικής Διευθύντριας που την είχε εκδώσει αρχικά! Εντύπωση προκαλεί, μάλιστα, ότι με τη μέθοδο της αντιγραφής-επικόλλησης του περιεχομένου της παλιάς εγκυκλίου, το δεύτερο έγγραφο, ενώ κοινοποιείται στη ΓΔΑΜΤΕ, αναφέρεται αποκλειστικά στην ΓΔΑΠΚ. Σε κάθε περίπτωση, το δεύτερο έγγραφο δεν αναιρεί το πρώτο, αλλά το συμπληρώνει, και μάλιστα με τρόπο που δημιουργεί μια απίστευτα γραφειοκρατική, αναίτια και ανεφάρμοστη, διαδικασία για να μπορέσουν οι Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ να δημοσιοποιήσουν καθημερινές δράσεις, όπως εκδηλώσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, ομιλίες ή συνέδρια, να ανανεώσουν τις ιστοσελίδες τους, να μιλήσουν στα ΜΜΕ για το έργο τους. Έτσι, σε περίπτωση που η διαδικασία αυτή εφαρμοστεί, ουσιαστικά καθίσταται ανέφικτη η έγκαιρη και ουσιαστική ενημέρωση του κοινού για όλα τα παραπάνω και στην πραγματικότητα αυτοαναιρείται στην πράξη η όποια εξωστρέφεια που υποτίθεται είναι προγραμματικό ζητούμενο! Παράλληλα με το έγγραφο αυτό εισάγονται ανοίκειες και μη σύννομες πρακτικές «ελέγχου» του επιστημονικού λόγου!
Είναι σαφές πως ό,τι το 2014 αποδείχθηκε ότι δεν είχε κανένα νομικό ή ηθικό έρεισμα (βλ. αναλυτικά τα επιχειρήματα στο συνημμένο έγγραφο), δεν έχει ούτε και σήμερα αντίστοιχο έρεισμα και δεν θα γίνει ανεκτό.
Δυστυχώς είναι η δεύτερη φορά, που, χωρίς κανένα νομικό έρεισμα, ερχόμαστε αντιμέτωποι με προσπάθεια φίμωσης της ελευθερίας του επιστημονικού λόγου των αρχαιολόγων του ΥΠ.ΠΟ.Α., αλλά και της δράσης εξωστρέφειας των Αρχαιολογικών Μουσείων και των Εφορειών. Την προηγούμενη φορά ήταν η υπ’ αρ.317099/182394/18-12-2014 εγκύκλιος της ΓΔΑΠΚ «Περί διαχείρισης αρχαιολογικού υλικού που διοχετεύεται στα ΜΜΕ», για την οποία είχε διαμαρτυρηθεί αμέσως ο Σύλλογός μας ζητώντας την άμεση απόσυρσή της. Μετά την έκθεση των νομικών και ουσιαστικών επιχειρημάτων που καθιστούσαν το περιεχόμενο της εγκυκλίου άκυρο, η εγκύκλιος αποσύρθηκε, όπως αναφέρεται αναλυτικά στο υπ’ αρ. 167/12-3-2015 έγγραφό μας, το οποίο σας κοινοποιείται διότι παραμένει απολύτως επίκαιρο, καθώς περιέχει αναλυτική έκθεση όλων των επιχειρημάτων μας, μαζί με την σχετική νομοθεσία και νομολογία.
Με το χτεσινό πρώτο έγγραφο του ΓΓ, που αναφέρεται σε απαγόρευση ανακοινώσεων-δημοσίων αναρτήσεων και ζητά αυτές να αδειοδοτούνται από το Γραφείο Τύπου του ΥΠΠΟΑ, επιχειρείται λογοκρισία όχι μόνον του επιστημονικού μας έργου, αλλά ακόμη και των προσωπικών μας αναρτήσεων σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το δεύτερο έγγραφο του ΓΓ επαναφέρει επακριβώς (με μία μόνο προσθήκη) την εγκύκλιο της ΓΔΑΠΚ του 2014, η οποία είχε αποσυρθεί με έγγραφο της τότε Γενικής Διευθύντριας που την είχε εκδώσει αρχικά! Εντύπωση προκαλεί, μάλιστα, ότι με τη μέθοδο της αντιγραφής-επικόλλησης του περιεχομένου της παλιάς εγκυκλίου, το δεύτερο έγγραφο, ενώ κοινοποιείται στη ΓΔΑΜΤΕ, αναφέρεται αποκλειστικά στην ΓΔΑΠΚ. Σε κάθε περίπτωση, το δεύτερο έγγραφο δεν αναιρεί το πρώτο, αλλά το συμπληρώνει, και μάλιστα με τρόπο που δημιουργεί μια απίστευτα γραφειοκρατική, αναίτια και ανεφάρμοστη, διαδικασία για να μπορέσουν οι Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ να δημοσιοποιήσουν καθημερινές δράσεις, όπως εκδηλώσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, ομιλίες ή συνέδρια, να ανανεώσουν τις ιστοσελίδες τους, να μιλήσουν στα ΜΜΕ για το έργο τους. Έτσι, σε περίπτωση που η διαδικασία αυτή εφαρμοστεί, ουσιαστικά καθίσταται ανέφικτη η έγκαιρη και ουσιαστική ενημέρωση του κοινού για όλα τα παραπάνω και στην πραγματικότητα αυτοαναιρείται στην πράξη η όποια εξωστρέφεια που υποτίθεται είναι προγραμματικό ζητούμενο! Παράλληλα με το έγγραφο αυτό εισάγονται ανοίκειες και μη σύννομες πρακτικές «ελέγχου» του επιστημονικού λόγου!
Είναι σαφές πως ό,τι το 2014 αποδείχθηκε ότι δεν είχε κανένα νομικό ή ηθικό έρεισμα (βλ. αναλυτικά τα επιχειρήματα στο συνημμένο έγγραφο), δεν έχει ούτε και σήμερα αντίστοιχο έρεισμα και δεν θα γίνει ανεκτό.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων ζητά την άμεση απόσυρση της προληπτικής λογοκρισίας και δηλώνει ότι θα υπερασπισθεί με κάθε τρόπο την δημοκρατία εντός της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, την ελευθερία του λόγου και την επιστημονική ελευθερία των μελών του.
- Ζητάμε την απόσυρση και των δύο εγγράφων του ΓΓ
- Δηλώνουμε ότι δεν θα επιτρέψουμε με κανένα τρόπο την επιστροφή στην εποχή επικοινωνιακής διαχείρισης τύπου Αμφίπολης.
- Ζητάμε οι Εφορείες Αρχαιοτήτων και τα Μουσεία να διευκολύνονται και να υποβοηθούνται στο έργο της επικοινωνίας τους με το κοινό και κάθε εξωστρεφούς δράσης, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους
- Ζητάμε να γίνει ευρύς διάλογος και σχετική ανοιχτή ημερίδα που θα καταλήξει σε έναν Κώδικα Δεοντολογίας για το θέμα της δημοσιοποίησης του αρχαιολογικού έργου
- Δηλώνουμε ότι, αν δεν αποσυρθούν τα έγγραφα αυτά, θα προασπίσουμε με κάθε νόμιμο μέσο τα συμφέροντα και τα δικαιώματα των μελών μας, το κύρος και τη λειτουργία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και οπωσδήποτε σε καμία περίπτωση δεν θα ανεχτούμε περιορισμό της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας της έκφρασης που αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα και αγαθό όλων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ ΤΗΣΓΔΑΠΚ ΠΕΡΙ "ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΠΟΥ ΔΙΟΧΕΤΕΥΕΤΑΙΣΤΑ ΜΜΕ"
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, 6937075765, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr(http://www.sea.org.gr/)
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, 6937075765, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr(http://www.sea.org.gr/)
Αθήνα, 12/3/2015
Αρ. Πρωτ.: 167
ΠΡΟΣ
Όλα τα μέλη του ΣΕΑ
Ανάκληση εγκυκλίου της ΓΔΑΠΚ περί «διαχείρισης αρχαιολογικού υλικού που διοχετεύεταιστα ΜΜΕ»
Συναδέλφισσες-οι,
Τον περασμένο Δεκέμβριο έφτασε στις Υπηρεσίες εγκύκλιος της ΓΔΑΠΚ σχετική με τη δημοσιοποίηση
αρχαιολογικού υλικού στο διαδίκτυο και τα ΜΜΕ. Ο Σύλλογος αντέδρασε αμέσως στο περιεχόμενο της εγκυκλίου,με την υπ' αρ. πρωτ. 548/17.12.2014 ανακοίνωσή του, με την οποία ζητούσε την άμεση απόσυρση της εγκυκλίου.
Το ΔΣ εξέθεσε επίσης στην Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς τα νομικά και
ουσιαστικά επιχειρήματα που καθιστούσαν το περιεχόμενο της εγκυκλίου άκυρο και απαράδεκτο και ζήτησε ναγίνει ευρύς διάλογος ο οποίος θα καταλήξει σε έναν Κώδικα Δεοντολογίας για το θέμα.
Η Γενική Διευθύντρια απέσυρε χθες (11/3/15) την εγκύκλιο με ηλεκτρονικό μήνυμα πουστάλθηκε στις Υπηρεσίες.Εκτιμούμε έτσι ότι έκλεισε ένα σοβαρό θέμα που σχετίζεται με τη δημοκρατία εντός της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.Σας αποστέλλουμε τα νομικά επιχειρήματα του Συλλόγου, που τεκμηριώνουν την ελευθερία του λόγου τωνδημοσίων υπαλλήλων και την επιστημονική ελευθερία, και ως εκ τούτου έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον και μπορεί νααποτελέσουν μια βάση νομικού πλαισίου για τη διαμόρφωση ενός Κώδικα Δεοντολογίας.
αρχαιολογικού υλικού στο διαδίκτυο και τα ΜΜΕ. Ο Σύλλογος αντέδρασε αμέσως στο περιεχόμενο της εγκυκλίου,με την υπ' αρ. πρωτ. 548/17.12.2014 ανακοίνωσή του, με την οποία ζητούσε την άμεση απόσυρση της εγκυκλίου.
Το ΔΣ εξέθεσε επίσης στην Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς τα νομικά και
ουσιαστικά επιχειρήματα που καθιστούσαν το περιεχόμενο της εγκυκλίου άκυρο και απαράδεκτο και ζήτησε ναγίνει ευρύς διάλογος ο οποίος θα καταλήξει σε έναν Κώδικα Δεοντολογίας για το θέμα.
Η Γενική Διευθύντρια απέσυρε χθες (11/3/15) την εγκύκλιο με ηλεκτρονικό μήνυμα πουστάλθηκε στις Υπηρεσίες.Εκτιμούμε έτσι ότι έκλεισε ένα σοβαρό θέμα που σχετίζεται με τη δημοκρατία εντός της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.Σας αποστέλλουμε τα νομικά επιχειρήματα του Συλλόγου, που τεκμηριώνουν την ελευθερία του λόγου τωνδημοσίων υπαλλήλων και την επιστημονική ελευθερία, και ως εκ τούτου έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον και μπορεί νααποτελέσουν μια βάση νομικού πλαισίου για τη διαμόρφωση ενός Κώδικα Δεοντολογίας.
Συγκεκριμένα:Η υπ' αρ. πρωτ. 317099/182394/18-12-2014 εγκύκλιος της Προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων καιΠολιτιστικής Κληρονομιάς, με θέμα “Ενημέρωση σχετικά με την ορθή διαχείριση υλικού που διοχετεύεται σταΜ.Μ.Ε.” απευθυνόταν σε Διευθύνσεις του Υπουργείου και, κατ' επέκταση, στους υπαλλήλους.Η εγκύκλιος έθετε ως προϋπόθεση της δημοσιοποίησης “αρχαιολογικού υλικού” σε μέσα ενημέρωσης ή στοδιαδίκτυο την υποβολή ενημέρωσης της Γ.Δ. Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς ή της Γ.Γ. του Υπουργείου,προκειμένου να χορηγηθεί σχετική έγκριση ή μη. Εξ ορισμού μάλιστα απέκλειε, χωρίς επιφύλαξη, την κοινοποίησητου εν λόγω “υλικού” σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με ρητή αναφορά στις υπηρεσίες “facebook”, “twitter” και“blogs”.
Πρώτον, υπογραμμίζουμε ότι στην εγκύκλιο δεν αναφερόταν εφαρμοστέοι κανόνες δικαίου και, ως εκ της νομικήςφύσης της ως εγκύκλιος, δεν είναι δυνατόν να θέτει νέους δεσμευτικούς κανόνες. Αντίθετα, η οποιαδήποτεαντίστοιχη εγκύκλιος θα πρέπει να ερείδεται και να ερμηνεύει υφιστάμενες νομοθετικές διατάξεις, υπό το πρίσματου συνταγματικού δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης, της επιστημονικής ελευθερίας, της ελευθερίας τηςέρευνας, καθώς και του δημοσίου συμφέροντος. Επίσης, η εγκύκλιος δεν είχε αναρτηθεί στο “ΠρόγραμμαΔιαύγεια” κατά το άρθρο 2 παρ. 4 (ε) του Ν.3861/2010.
Δεύτερον, επισημαίνουμε ότι ο όρος “αρχαιολογικό υλικό” είναι παντελώς αόριστος, ευρύς, γενικευτικός και απότην χρήση του ελλοχεύει ο κίνδυνος παρερμηνειών, ώστε να περιλαμβάνονται σε αυτόν τον όρο εκφράσειςαπόψεων, γνώμες ή την άσκηση κριτικής από υπαλλήλους με διαδικτυακές αναρτήσεις τους σε αμιγώςπροσωπικούς λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η ελευθερία της έκφρασης τωνυπαλλήλων τουΔημοσίου κατοχυρώνεται ειδικώς και από το άρθρο 45 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών ΔιοικητικώνΥπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. Κατά το άρθρο 26 του ίδιου Κώδικα, η εχεμύθεια αφορά “θέματα πουχαρακτηρίζονται απόρρητα από τις κείμενες διατάξεις”. Ως προς την ελευθερία των υπαλλήλων για την διατύπωσηεκφράσεων και απόψεών τους σε προσωπικούς λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης, υπενθυμίζουμε τηναπόφαση 3/10.7.2013 του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Γ.Γ. Πολιτισμού του Υπουργείου, με την οποίααπαλλάχθηκε υπάλληλος εποπτευόμενου φορέα του ΥΠ.ΠΟ. για την δίωξη περί όσων είχε αναφέρει στηνπροσωπική της σελίδα στο facebook σχετικά με την υπηρεσία της.
Τρίτον, η ασάφεια και γενική διατύπωση της εγκυκλίου έθετε ανεπίτρεπτους περιορισμούς στην επιστημονική
ελευθερία, την ελευθερία της έρευνας καθώς και την ελευθερία της έκφρασης ως προς την διατύπωση γνώμης επίεπιστημονικών ζητημάτων, τα οποία είναι ανεξάρτητα από τα υπηρεσιακά ζητήματα, καθώς δεν έχουν σχέσημετην εκτέλεση των καθηκόντων των αρχαιολόγων και λοιπών επιστημόνων που υπηρετούν ως δημόσιοι υπάλληλοικαι, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται σε ιεραρχικό ή άλλο έλεγχο ή καθεστώς προηγούμενης αδειοδότησης απόπροϊστάμενη αρχή. Καθώς η εγκύκλιος δεν διακρίνει ειδικώς την μεταχείριση τέτοιου περιεχομένου που μπορεί ναδημοσιοποιηθεί νομίμως από επιστήμονες που υπηρετούν στο Υπουργείο, ελλοχεύει ο κίνδυνος να θεωρηθεί ότικαι τέτοιες δημοσιεύσεις ή παρουσιάσεις αποτελεσμάτων ή άλλων επιστημονικών απόψεων σε συνέδρια κ.τ.λ.,στα οποία μπορεί να υπάρχει και δημοσιογραφική κάλυψη, εμπίπτουν στο καθεστώς προηγούμενης έγκρισης απότην Υπηρεσία. Υπενθυμίζουμε ότι , σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.3028/2002 (ΦΕΚ Α' 153/28.6.2002, Για τηνπροστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς), οι διευθύνοντες συστηματικές ανασκαφέςή άλλης μορφής αρχαιολογική έρευνα και οι διενεργούντες σωστικές ανασκαφές έχουν υποχρέωση ναδημοσιεύουν τα αποτελέσματα των ερευνών, εντός χρονικών ορίων που καθορίζονται από το ίδιο άρθρο, πλαίσιοστο οποίο έχουν και το “αποκλειστικόδικαίωμα δημοσίευσης”. Ο αποκλειστικός χαρακτήρας του δικαιώματοςεκτοπίζει απολύτως κάθε υπαγωγή του δικαιώματος αυτού σε καθεστώς προηγούμενης έγκρισης από τηνΥπηρεσία, με την επιφύλαξη των υπουργικών αποφάσεων που καθορίζουν προϋποθέσεις παρουσίασης στα μέσαενημέρωσης.
ελευθερία, την ελευθερία της έρευνας καθώς και την ελευθερία της έκφρασης ως προς την διατύπωση γνώμης επίεπιστημονικών ζητημάτων, τα οποία είναι ανεξάρτητα από τα υπηρεσιακά ζητήματα, καθώς δεν έχουν σχέσημετην εκτέλεση των καθηκόντων των αρχαιολόγων και λοιπών επιστημόνων που υπηρετούν ως δημόσιοι υπάλληλοικαι, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται σε ιεραρχικό ή άλλο έλεγχο ή καθεστώς προηγούμενης αδειοδότησης απόπροϊστάμενη αρχή. Καθώς η εγκύκλιος δεν διακρίνει ειδικώς την μεταχείριση τέτοιου περιεχομένου που μπορεί ναδημοσιοποιηθεί νομίμως από επιστήμονες που υπηρετούν στο Υπουργείο, ελλοχεύει ο κίνδυνος να θεωρηθεί ότικαι τέτοιες δημοσιεύσεις ή παρουσιάσεις αποτελεσμάτων ή άλλων επιστημονικών απόψεων σε συνέδρια κ.τ.λ.,στα οποία μπορεί να υπάρχει και δημοσιογραφική κάλυψη, εμπίπτουν στο καθεστώς προηγούμενης έγκρισης απότην Υπηρεσία. Υπενθυμίζουμε ότι , σύμφωνα με το άρθρο 39 του Ν.3028/2002 (ΦΕΚ Α' 153/28.6.2002, Για τηνπροστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς), οι διευθύνοντες συστηματικές ανασκαφέςή άλλης μορφής αρχαιολογική έρευνα και οι διενεργούντες σωστικές ανασκαφές έχουν υποχρέωση ναδημοσιεύουν τα αποτελέσματα των ερευνών, εντός χρονικών ορίων που καθορίζονται από το ίδιο άρθρο, πλαίσιοστο οποίο έχουν και το “αποκλειστικόδικαίωμα δημοσίευσης”. Ο αποκλειστικός χαρακτήρας του δικαιώματοςεκτοπίζει απολύτως κάθε υπαγωγή του δικαιώματος αυτού σε καθεστώς προηγούμενης έγκρισης από τηνΥπηρεσία, με την επιφύλαξη των υπουργικών αποφάσεων που καθορίζουν προϋποθέσεις παρουσίασης στα μέσαενημέρωσης.
Τέταρτον, η προβολή μέσω δελτίων τύπου περί των εκθέσεων, εκπαιδευτικών προγραμμάτων και άλλων
εκδηλώσεων που έχουν ήδη εγκριθεί αρμοδίως από τις υπηρεσίες του Υπουργείου, αποτελεί αρμοδιότητα του
εκάστοτε προϊσταμένου, ενώ η υπαγωγή στο καθεστώς της προηγούμενης έγκρισης από την Γενική Διεύθυνση θαεπιβάλλει μία επιπλέον γραφειοκρατική διαδικασία, καθιστώντας δυσλειτουργικές τις ελάχιστες δυνατότητεςπροβολής των Μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, που αποτελεί ζωτική ανάγκη για την επαφή τους με το κοινό.
εκδηλώσεων που έχουν ήδη εγκριθεί αρμοδίως από τις υπηρεσίες του Υπουργείου, αποτελεί αρμοδιότητα του
εκάστοτε προϊσταμένου, ενώ η υπαγωγή στο καθεστώς της προηγούμενης έγκρισης από την Γενική Διεύθυνση θαεπιβάλλει μία επιπλέον γραφειοκρατική διαδικασία, καθιστώντας δυσλειτουργικές τις ελάχιστες δυνατότητεςπροβολής των Μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, που αποτελεί ζωτική ανάγκη για την επαφή τους με το κοινό.
Πέμπτον, τονίζουμε ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει δημοσιεύσει κατ΄
επανάληψη καταδικαστικές αποφάσεις για την λήψη πειθαρχικών μέτρων που στόχευαν την φίμωση των
δημοσίων υπαλλήλων και παραβίασαν την ελευθερία της έκφρασής τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε την αποφασητης 26ης Φεβρουαρίου 2009 (Kudeshkina κατά Ρωσίας), στην οποία κρίθηκε (σκέψη 85) ότι “το Άρθρο 10 [τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου] εφαρμόζεται επίσης στον χώρο της εργασίας και ότι οιδημόσιοι υπάλληλοι, όπως η προσφεύγουσα, απολαμβάνουν επίσης το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης(βλ. Vogt, ό.π., § 53; Wille κατά Λιχτενστάιν [Ευρείας Συνθέσεως], αρ. 28396/95, § 41, ΕΔΔΑ 1999-VII; Ahmed καιάλλοι κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 2 Σεπτεμβρίου 1998, § 56, Εκθέσεις 1998-VI; FuentesBobo κατά Ισπανίας, αρ.39293/98, § 38, 29 Φεβρουαρίου 2000; και Guja κατά Μολδαβίας [Ευρείας Συνθέσεως], αρ. 14277/04, § 52, 12Φεβρουαρίου 2008). Ταυτόχρονα, το Δικαστήριο έχει επίγνωση του ότι οι εργαζόμενοι υπέχουν καθήκον πίστης,εγκράτειας και διακριτικής συμπεριφοράς απέναντι στον εργοδότη τους. Αυτό ισχύει και για τους δημόσιουςυπαλλήλους, καθώς η ίδια η φύση της δημόσιας υπηρεσίας επιβάλει τη δέσμευση του δημοσίου υπαλλήλου με τοκαθήκον της πίστης και της διάκρισης (βλ. Vogt, ό.π., § 53; Ahmed και άλλοι, ό.π., § 55; και DeDiegoNafría κατάΙσπανίας, αρ. 46833/99, § 37, 14 Μαρτίου 2002). Η εκ μέρους των δημοσίων υπαλλήλων διάδοση πληροφοριώνπου αποκτήθηκαν στο πλαίσιο της εργασίας τους, ακόμη και για θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος, θα πρέπει ναεξετάζεται υπό το φως του καθήκοντός τους και της πίστης και διάκρισης (βλ. Guja, ό.π., §§ 72-78).”
επανάληψη καταδικαστικές αποφάσεις για την λήψη πειθαρχικών μέτρων που στόχευαν την φίμωση των
δημοσίων υπαλλήλων και παραβίασαν την ελευθερία της έκφρασής τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε την αποφασητης 26ης Φεβρουαρίου 2009 (Kudeshkina κατά Ρωσίας), στην οποία κρίθηκε (σκέψη 85) ότι “το Άρθρο 10 [τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου] εφαρμόζεται επίσης στον χώρο της εργασίας και ότι οιδημόσιοι υπάλληλοι, όπως η προσφεύγουσα, απολαμβάνουν επίσης το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης(βλ. Vogt, ό.π., § 53; Wille κατά Λιχτενστάιν [Ευρείας Συνθέσεως], αρ. 28396/95, § 41, ΕΔΔΑ 1999-VII; Ahmed καιάλλοι κατά Ηνωμένου Βασιλείου, 2 Σεπτεμβρίου 1998, § 56, Εκθέσεις 1998-VI; FuentesBobo κατά Ισπανίας, αρ.39293/98, § 38, 29 Φεβρουαρίου 2000; και Guja κατά Μολδαβίας [Ευρείας Συνθέσεως], αρ. 14277/04, § 52, 12Φεβρουαρίου 2008). Ταυτόχρονα, το Δικαστήριο έχει επίγνωση του ότι οι εργαζόμενοι υπέχουν καθήκον πίστης,εγκράτειας και διακριτικής συμπεριφοράς απέναντι στον εργοδότη τους. Αυτό ισχύει και για τους δημόσιουςυπαλλήλους, καθώς η ίδια η φύση της δημόσιας υπηρεσίας επιβάλει τη δέσμευση του δημοσίου υπαλλήλου με τοκαθήκον της πίστης και της διάκρισης (βλ. Vogt, ό.π., § 53; Ahmed και άλλοι, ό.π., § 55; και DeDiegoNafría κατάΙσπανίας, αρ. 46833/99, § 37, 14 Μαρτίου 2002). Η εκ μέρους των δημοσίων υπαλλήλων διάδοση πληροφοριώνπου αποκτήθηκαν στο πλαίσιο της εργασίας τους, ακόμη και για θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος, θα πρέπει ναεξετάζεται υπό το φως του καθήκοντός τους και της πίστης και διάκρισης (βλ. Guja, ό.π., §§ 72-78).”
Έκτον, είναι δεδομένο ότι τυχόν έλεγχος των ηλεκτρονικών υπολογιστών των εργαζομένων, για την διακρίβωσητέτοιου είδους δραστηριοτήτων, περιορίζεται έντονα από την νομοθεσία για την προστασία των δεδομένωνπροσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, όπως έχει ερμηνευθεί και με την Οδηγία 115/2001 της ΑρχήςΠροστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθώς και με την απόφαση της 3.4.2007 του ΕυρωπαϊκούΔικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Copland κατά Η.Β.), με την οποία καταδικάστηκε το ΗνωμένοΒασίλειο για την παρακολούθηση των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από υπηρεσιακό υπολογιστήδημοσίου υπαλλήλου, λογω έλλειψης νομικής βάσης, γεγονός που κρίθηκε ότι συνιστά παραβίαση τουδικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής της υπαλλήλου.
Για τους παραπάνω λόγους ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έκρινε ότι η ανωτέρω εγκύκλιος παρουσιάζει
σημαντικά προβλήματα ως προς την συμβατότητά της με το συνταγματικό και ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίαςτης έκφρασης, μετάδοσης και λήψης πληροφοριών και συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας, στο δικαίωματης επιστημονικής ελευθερίας και της ελευθερίας της έρευνας (άρθρα 5Α, 14 παρ. 1, 16 παρ. 1 Συντάγματος,άρθρα 10 και 8 ΕΣΔΑ, άρθρο 19 ΔΣΑΠΔ), καθώς και προς τα άρθρα 26 και 45 του Κώδικα Κατάστασης ΔημοσίωνΠολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έχει καλέσει την ΓΔΑΠΚ καθώς και την πολιτική ηγεσίατου Υπουργείου να κινήσουν την διαδικασία ευρείας διαβούλευσης για την κατάρτιση σχετικούΚώδικα Δεοντολογίας στο πλαίσιο της οποίας θα κληθούν όλοι οι θεσμικοί φορείς και οι εργαζόμενοι νασυνδιαμορφώσουν το πλαίσιο αρχών της.
Για τους παραπάνω λόγους ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έκρινε ότι η ανωτέρω εγκύκλιος παρουσιάζει
σημαντικά προβλήματα ως προς την συμβατότητά της με το συνταγματικό και ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίαςτης έκφρασης, μετάδοσης και λήψης πληροφοριών και συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας, στο δικαίωματης επιστημονικής ελευθερίας και της ελευθερίας της έρευνας (άρθρα 5Α, 14 παρ. 1, 16 παρ. 1 Συντάγματος,άρθρα 10 και 8 ΕΣΔΑ, άρθρο 19 ΔΣΑΠΔ), καθώς και προς τα άρθρα 26 και 45 του Κώδικα Κατάστασης ΔημοσίωνΠολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έχει καλέσει την ΓΔΑΠΚ καθώς και την πολιτική ηγεσίατου Υπουργείου να κινήσουν την διαδικασία ευρείας διαβούλευσης για την κατάρτιση σχετικούΚώδικα Δεοντολογίας στο πλαίσιο της οποίας θα κληθούν όλοι οι θεσμικοί φορείς και οι εργαζόμενοι νασυνδιαμορφώσουν το πλαίσιο αρχών της.
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ