ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ

Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, 6937075765, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr

 

 

Αθήνα, 10/7/2017

 

 

Δελτίο Τύπου σχετικά με τα κτίρια στην Παλαιά Πόλη των Χανίων

 

 

Στο λόφο Καστέλι της Παλιάς Πόλης των Χανίων δέσποζε το Διοικητήριο των Ενετών, μετά οικοδομήθηκε το Οθωμανικό Διοικητήριο (έδρα της διοίκησης και κατοικία του Πασά) και αργότερα, μετά την καταστροφή του στην επανάσταση του 1897, το νέο Διοικητήριο, ένα ογκώδες διώροφο κτίριο που μορφολογικά συνδέει την τοπική παράδοση με τις καταβολές της στη Βενετοκρατία και το ρεύμα του Νεοκλασικισμού. Χρησιμοποιήθηκε ως Διοικητήριο την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, ως πρώτη έδρα της διοίκησης του Ελληνικού Κράτους μετά το 1913 και την Ένωση και, πιο πρόσφατα, ως έδρα της 5ης Μεραρχίας Χανίων. Λίγο ανατολικότερα δυο κτίρια, το ένα των Οθωμανικών Φυλακών και ένα μεταγενέστερο προβάλλουν πίσω από τα κτίρια της προκυμαίας. Πίσω από το κτίριο του Διοικητηρίου ως τη δεκαετία του 1960 σωζόταν στο χώρο της πλατείας Αγίας Αικατερίνης το κτίριο του καθεδρικού ναού των Ενετών, το Duomo, του οποίου σήμερα σώζονται ελάχιστα ίχνη της ανατολικής τοιχοποιίας. Από τις ανασκαφές στην πλατεία της Αγίας Αικατερίνης προέρχεται το εξαιρετικό πήλινο «Σφράγισμα του Ηγεμόνα» (β΄μισό του 15ου αιώνα π.Χ.) που φέρει παράσταση μοναδική στη μινωική τέχνη και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων.

 

Μετά την ίδρυση του Πολυτεχνείου Κρήτης τα τρία κτίρια αγοράστηκαν, με χαμηλό τίμημα, από το Υπουργείο Παιδείας προκειμένου να στεγάσουν λειτουργίες του Πολυτεχνείου και να αποτελέσουν πυρήνες ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής –της κηρυγμένης ήδη από το 1965 ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο παλιάς πόλης των Χανίων- και της διασύνδεσης του Πολυτεχνείου Κρήτης με την πόλη των Χανίων. Στα ανατολικότερα κτίρια των Οθωμανικών Φυλακών και του γειτονικού κτιρίου στεγάστηκαν, μέχρι την οριστική μεταφορά τους στα Κουνουπιδιανά πριν μερικά χρόνια, η Πρυτανεία και Δοικητικές-Οικονομικές Υπηρεσίες του Πολυτεχνείου, μετά από αποκατάσταση των κτιρίων. Το κτίριο του Διοικητηρίου, για το οποίο η Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Κρήτης έχει εισηγηθεί τον χαρακτηρισμό του ως μνημείου και εκκρεμεί η λήψη σχετικής απόφασης από τα εκ του νόμου αρμόδια όργανα του ΥΠ.ΠΟ.Α., δεν είχε την ίδια τύχη. Παρέμεινε σε κατάσταση φθοράς, το Πολυτεχνείο υπέβαλλε μια πρώτη μελέτη αποκατάστασης και μετατροπής του σε Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ από το 2004 τελεί σε κατάληψη.

 

Με το πέρασμα των χρόνων και την εκρηκτικά αυξανόμενη τουριστική εκμετάλλευση της παλιάς πόλης των Χανίων, παράλληλα με τη μεταφορά όλων των λειτουργιών του Πολυτεχνείου Κρήτης στο Ακρωτήρι, το εκπαιδευτικό ίδρυμα αποξενώνεται πια και ουσιαστικά από τα κτίρια ιδιοκτησίας του στο πολεοδομικό περιβάλλον της παλιάς πόλης των Χανίων, αδιαφορεί για τον μνημειακό τους χαρακτήρα και τις δεσμεύσεις του προς την πόλη που εδρεύει και ξαφνικά, με μόνη λογική αυτήν της «αξιοποίησης» περιουσίας η Πρυτανεία του, μετά από πρόταση της νεοσυσταθείσας (2014) Εταιρείας Αξιοποίησης Ακινήτων του Πολυτεχνείου προχωρά στην υπογραφή σύμβασης με εταιρεία, στην οποία παραχωρούνται για τη μετατροπή τους σε ξενοδοχεία τα κτίρια-μνημεία με αντάλλαγμα ποσό της τάξης των 360.000 ευρώ ετησίως. Η συμφωνία αυτή ανακοινώνεται από τον Πρύτανη μετά την ολοκλήρωση της, χωρίς καμία προηγούμενη διαβούλευση, χωρίς να ληφθεί υπόψη ο μνημειακός χαρακτήρας των κτιρίων, από τα οποία τα προ του 1830 προστατεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3028 ως αρχαία μνημεία αυτοδίκαια, αλλά και χωρίς όραμα, αντάξιο ενός εκπαιδευτικού ιδρύματος που θα σέβεται την πόλη που το φιλοξενεί, αποδίδοντας στην τουριστική εκμετάλλευση τον πιο σημαντικό συμβολικά και σημειακά χώρο της καρδιάς της παλιάς πόλης και της διαχρονικής κατοίκησης των Χανίων. Σημειώνουμε δε πως ότι σύμφωνα με τον Ν 3028/2002 για κάθε αλλαγή χρήσης ή επέμβαση επί μνημείου απαιτείται η έγκριση του ΥΠ.ΠΟ.Α.

 

Οι προβαλλόμενοι λόγοι οικονομικής-επιχειρηματικής λογικής, με τίμημα την εκχώρηση του τελευταίου κτιριακού μνημειακού αποθέματος του Πολυτεχνείου Κρήτης στην παλιά πόλη των Χανίων σημαίνουν την απώλεια του δημόσιου χώρου βόρεια του Διοικητηρίου (Belvedere) για τους Χανιώτες και τη μετατροπή του σε χώρο εστίασης και τουριστικής εκμετάλλευσης, που έρχεται να επιβαρύνει μια ήδη εξαιρετικά επιβαρημένη πόλη, στην οποία ήδη εκφράζονται προβληματισμοί για τη δυνατότητα διατήρησης του οικιστικού χαρακτήρα σε τμήματα της που αυτός δεν έχει οριστικά απολεσθεί.

 

Οι αιτιάσεις της Πρυτανείας περί όψιμου ενδιαφέροντος για την κήρυξη του κτιρίου του Διοικητηρίου ως μνημείου αποσιωπούν παλιότερη αντίστοιχη προσπάθεια των αρμόδιων υπηρεσιών, που δεν τελεσφόρησε, και δε μπορούν να περιγράψουν το αυτονόητο: ότι με την παραχώρηση των μνημείων στο Πολυτεχνείου Κρήτης μετά από αγορά η πόλη αλλά και οι αρμόδιες υπηρεσίες θεώρησαν -και θεωρούσαν μέχρι πρόσφατα- ότι τα κτίρια αυτά θα τύχαιναν καλύτερης τύχης και αποκατάστασης και δεν θα απαιτούνταν ο τυπικός χαρακτηρισμός τους ως μνημεία, για να διασφαλισθεί η τύχη τους (ο οποίος χαρακτηρισμός εξάλλου εκ του Νόμου δεν απαιτείται για τα προ του 1830 χρονολογούμενα κτίρια).

 

Το Δ.Σ. του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων παρακολουθεί με ανησυχία την ενορχηστρωμένη και ευθυγραμμισμένη με τις αντιλήψεις της Πρυτανείας και των επενδυτών, επίθεση δια των ΜΜΕ στις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΥΠ.ΠΟ.Α., καθώς και σε Συλλόγους, φορείς και πολίτες που αντιτίθενται στην επιλογή της Πρυτανείας του Πολυτεχνείου Κρήτης για εμπορική χρήση των μνημείων, εις βάρος του δημοσίου χαρακτήρα του χώρου και της σημασίας του για την προοπτική της παλιάς πόλης.

 

Το Δ.Σ. του Σ.Ε.Α. καταγγέλλει όλους όσοι για μεγάλο χρονικό διάστημα επέδειξαν αμέλεια στην ανάδειξη ενός ιδιαίτερα σημαντικού συνόλου και δε μερίμνησαν για την ενεργό ένταξή του στη ζωή της πόλης μέσω της ανάπτυξης των ενδεδειγμένων χρήσεων. Επισημαίνεται, μάλιστα, ότι στην ευρύτερη περιοχή όπου εντοπίζονται τα προς εκμίσθωση κτίρια υπάρχουν πολλά σημαντικά μνημεία αντιπροσωπευτικά όλων των ιστορικών περιόδων της πόλης από την προϊστορική περίοδο έως τις μέρες μας.

 

Για το λόγο αυτό το Δ.Σ. του Σ.Ε.Α. ενώνει τη φωνή του με τους φορείς και τις προσωπικότητες των Χανιών, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται η Μάρω Δούκα, η Ιωάννα Καρυστιάνη, οι καθηγητές της Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου Κρήτης Αριστομένης Βαρουδάκης και Νίκος Σκουτέλης και οι επίτιμοι Έφοροι Αρχαιοτήτων Μιχάλης Ανδριανάκης και Βάνα Νινιού-Κινδελή, και καλεί την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κρήτης, συναισθανόμενη το βάρος της ιστορικής της ευθύνης απέναντι στα μνημεία και την πόλη, να αναθεωρήσει τις επιλογές της, να αφουγκραστεί την αγωνία των κατοίκων και των επιστημονικών συλλόγων, να σεβαστεί τη μνήμη και τον παλίμψηστο τόπο που του εμπιστεύθηκε η Πόλη των Χανίων, με την ελπίδα πως ως εκπαιδευτικό Ίδρυμα θα τα διαχειριστεί προς όφελος του δημοσίου χαρακτήρα τους, του κοινωνικού σώματος και της ίδιας της προοπτικής της πόλης.