Αθήνα, 03/11/2006
Την Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2006 συγκλήθηκε να συνεδριάσει για πρώτη φορά το Συμβούλιο Μουσείων. Η ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου περιλάμβανε δύο θέματα: το Μουσείο Ακροπόλεως και το θέμα της επιστροφής της κόρης της Καλύμνου από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στο νησί.
Είναι γνωστό ότι ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων διαφωνούσε με την σύνθεση και τις αρμοδιότητες του εν λόγω συλλογικού οργάνου και γι’ αυτό κατέθεσε γραπτώς τις απόψεις του. Ο Υπουργός Πολιτισμού κ. Γ. Βουλγαράκης αποδέχθηκε τις τεκμηριωμένες αντιρρήσεις του Σ.Ε.Α. και δεσμεύτηκε δημόσια ότι, «με νομοθετική ρύθμιση που προωθείται άμεσα, θα προβλεφθεί ότι κάθε φορά που το Συμβούλιο Μουσείων απασχολείται με θέματα που σχετίζονται με αρχαιολογικά μουσεία, η πλειοψηφία των μελών του θα απαρτίζεται από αρχαιολόγους»(δελτίο τύπου ΥΠΠΟ, 29-9-2006).
Άλλωστε, η αναρμοδιότητα του Συμβουλίου Μουσείων με την σύνθεση που προβλέπεται στον Ν. 3028/02, για ζητήματα που αφορούν αρχαιότητες και αρχαιολογικά μουσεία δηλώνεται ευθέως και από τον κ. Δ. Παπαπετρόπουλο, έναν εκ των συντακτών αυτού του αρχαιολογικού Νόμου (βλ. σχετικά Δ. Α. Παπαπετρόπουλος, Ν3028/2002, Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, Κείμενο – Σχόλια – Ερμηνεία, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 224-225).
Ύστερα από τα παραπάνω, η συμπερίληψη μόνο αρχαιολογικών θεμάτων κατά την πρώτη συνεδρία του Συμβουλίου Μουσείων, στου οποίου την σύνθεση η παρουσία των αρχαιολόγων είναι αμελητέα μειοψηφία, δυστυχώς συνιστά εσκεμμένη αθέτηση της δημόσιας δέσμευσης του Υπουργού απέναντι όχι μόνον στον Σ.Ε.Α. άλλα και στην κοινή γνώμη. Το αποτέλεσμα ήταν να αποφαίνονται για ειδικά αρχαιολογικά θέματα μέλη χωρίς γνώση του αντικειμένου και κατά συνέπεια απολύτως αναρμόδια.
Με δεδομένη την κρίσιμη σημασία του επιστημονικού κεκτημένου και της ειδικής προσοχής που απαιτείται σε όλα τα θέματα ολοκληρωμένης διαχείρισης των αρχαίων μνημείων, εκφράζουμε την απόλυτη αντίθεσή μας σε τέτοιες διαδικασίες που πλήττουν εν τέλει το κύρος των ίδιων των Συλλογικών Οργάνων του ΥΠΠΟ και θέτουν σε αμφισβήτηση ουσιαστικές αρχές χρηστής διαχείρισης του αρχαιολογικού αγαθού και τελικά την ίδια την προστασία των μνημείων.
Ύστερα από τα παραπάνω, ο Σ.Ε.Α. ως ο κατ΄ εξοχήν αρμόδιος επιστημονικός φορέας καταγγέλλει το γεγονός και διακηρύττει ότι θα αντιταχθεί με κάθε τρόπο στην επανάληψη παρόμοιων απαράδεκτων μεθοδεύσεων.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο του ΣΕΑ,
Ο Πρόεδρος Δημήτρης Αθανασούλης |
Η Γενική Γραμματέας Αθηνά Χατζηδημητρίου |