ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Αθήνα, 28/8/2023
Το Βρετανικό Μουσείο χάνει για μία ακόμη φορά τα ερείσματά του στην ηθική
Η κλοπή και η πώληση περίπου 2000 αντικειμένων από το Βρετανικό Μουσείο, στις αποθήκες του οποίου «φυλάσσονταν», είναι μια πρωτοφανής υπόθεση στην ιστορία των Μουσείων διεθνώς.
Με την παραίτηση του Διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Hartwig Fischer επιβεβαιώθηκε ότι το ίδρυμα δεν προχώρησε στις απαιτούμενες ενέργειες, μολονότι είχε ειδοποιηθεί τουλάχιστον από το 2021 ότι αντικείμενα από τις συλλογές του πωλήθηκαν σε ηλεκτρονικές δημοπρασίες. Το ότι στην υπόθεση αυτή φέρονται να εμπλέκονται υπάλληλοι του Τμήματος Ελληνικών Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων προκαλεί επιπλέον ανησυχίες στην Ελλάδα και τους αρχαιολόγους που μελετούν την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Η Διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου οφείλει να δώσει άμεσα τις οφειλόμενες απαντήσεις, όχι απλώς στους Βρετανούς πολίτες και στη διεθνή αρχαιολογική και μουσειακή κοινότητα, αλλά και ειδικά στην Ελληνική Πολιτεία και τα θεσμικά της όργανα, την ελληνική κοινή γνώμη και τους Έλληνες αρχαιολόγους. Επισημαίνουμε ότι ακόμη δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα κατάλογος με τις κλαπείσες αρχαιότητες. Απαιτείται να διερευνηθεί εάν μέσα στις αρχαιότητες που κλάπηκαν και πωλήθηκαν περιλαμβάνονται και ελληνορωμαϊκές.
Πάνω από όλα όμως, η υπόθεση των κλαπεισών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου εγείρει και πάλι ηθικά ζητήματα για το ίδιο το Μουσείο, τον τρόπο συγκρότησης των Συλλογών του και τη διαχρονική διαχείρισή τους από την εκάστοτε Διοίκηση. Μάλιστα, η τελευταία βαρύνεται όχι μόνον από το ίδιο το γεγονός, που καθιστά ένα μητροπολιτικό μουσείο χώρο συνδεόμενο με το δίκτυο της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, αλλά και από την καθυστέρηση στην αποκάλυψη της υπόθεσης, με τις παραιτήσεις στελεχών του να εγείρουν ερωτήματα για προσπάθεια συγκάλυψης.
Η Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων. Το Βρετανικό Μουσείο απομακρύνεται από την ηθική όχι μόνο στον τρόπο συγκρότησης αλλά και στη διαχείριση των αρχαιολογικών Συλλογών.
Με βάση το διαχρονικό φαινόμενο της πώλησης αρχαιοτήτων από τις Συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, ασφαλώς τίθεται σε τελείως διαφορετική βάση το δίκαιο αίτημα της χώρας μας για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους με τον γενέθλιο μνημείο τους, τον Παρθενώνα. Τόσο οι Έλληνες αρχαιολόγοι όσο και η κοινή γνώμη στη χώρα μας, αναμένουμε τις πρωτοβουλίες της ελληνικής Κυβέρνησης και του Υπουργείου Πολιτισμού στην κατεύθυνση αυτή.
Με την παραίτηση του Διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Hartwig Fischer επιβεβαιώθηκε ότι το ίδρυμα δεν προχώρησε στις απαιτούμενες ενέργειες, μολονότι είχε ειδοποιηθεί τουλάχιστον από το 2021 ότι αντικείμενα από τις συλλογές του πωλήθηκαν σε ηλεκτρονικές δημοπρασίες. Το ότι στην υπόθεση αυτή φέρονται να εμπλέκονται υπάλληλοι του Τμήματος Ελληνικών Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων προκαλεί επιπλέον ανησυχίες στην Ελλάδα και τους αρχαιολόγους που μελετούν την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Η Διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου οφείλει να δώσει άμεσα τις οφειλόμενες απαντήσεις, όχι απλώς στους Βρετανούς πολίτες και στη διεθνή αρχαιολογική και μουσειακή κοινότητα, αλλά και ειδικά στην Ελληνική Πολιτεία και τα θεσμικά της όργανα, την ελληνική κοινή γνώμη και τους Έλληνες αρχαιολόγους. Επισημαίνουμε ότι ακόμη δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα κατάλογος με τις κλαπείσες αρχαιότητες. Απαιτείται να διερευνηθεί εάν μέσα στις αρχαιότητες που κλάπηκαν και πωλήθηκαν περιλαμβάνονται και ελληνορωμαϊκές.
Πάνω από όλα όμως, η υπόθεση των κλαπεισών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου εγείρει και πάλι ηθικά ζητήματα για το ίδιο το Μουσείο, τον τρόπο συγκρότησης των Συλλογών του και τη διαχρονική διαχείρισή τους από την εκάστοτε Διοίκηση. Μάλιστα, η τελευταία βαρύνεται όχι μόνον από το ίδιο το γεγονός, που καθιστά ένα μητροπολιτικό μουσείο χώρο συνδεόμενο με το δίκτυο της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, αλλά και από την καθυστέρηση στην αποκάλυψη της υπόθεσης, με τις παραιτήσεις στελεχών του να εγείρουν ερωτήματα για προσπάθεια συγκάλυψης.
Η Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων. Το Βρετανικό Μουσείο απομακρύνεται από την ηθική όχι μόνο στον τρόπο συγκρότησης αλλά και στη διαχείριση των αρχαιολογικών Συλλογών.
Με βάση το διαχρονικό φαινόμενο της πώλησης αρχαιοτήτων από τις Συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, ασφαλώς τίθεται σε τελείως διαφορετική βάση το δίκαιο αίτημα της χώρας μας για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους με τον γενέθλιο μνημείο τους, τον Παρθενώνα. Τόσο οι Έλληνες αρχαιολόγοι όσο και η κοινή γνώμη στη χώρα μας, αναμένουμε τις πρωτοβουλίες της ελληνικής Κυβέρνησης και του Υπουργείου Πολιτισμού στην κατεύθυνση αυτή.
ASSOCIATION OF GREEK ARCHAEOLOGISTS
Ermou 136, 10553, Athens. Tel-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Ermou 136, 10553, Athens. Tel-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, www.sea.org.gr
Athens, 28/8/2023
The ethics of the British Museum is once again called into question
The theft and sale of approximately 2,000 objects from the British Museum, in whose warehouses they were "stored", is an unprecedented event in the history of museums internationally.
With the resignation of the Director of the British Museum Hartwig Fischer, it was confirmed that the institution did not take the required action, although it had been notified at least since 2021 that objects from its collections were sold in online auctions. The fact that employees of the Department of Greco-Roman Antiquities are allegedly involved in this case is of further concern to Greece and archaeologists studying Greco-Roman antiquity.
The Administration of the British Museum must immediately provide the necessary answers, not only to British citizens and the international archaeological and museological community but especially to the Greek State and its institutions, Greek public opinion, and Greek archaeologists. We note that a list of the stolen antiquities has not yet been made public. It is required to investigate whether the antiquities stolen and sold include Greco-Roman artifacts.
Above all, however, the case of the stolen antiquities from the British Museum raises once again ethical questions about the Museum itself, the way in which its collections are assembled, and the way in which they have been managed over time by the administration. In fact, the latter is burdened not only by the fact itself, which makes a metropolitan museum a site linked to the network of illegal trafficking in antiquities but also by the delay in disclosing the case, with the resignations of its executives raising questions about the attempted cover-up.
Greece and other countries from which the British Museum has looted cultural treasures must step up their fight to recover these plundered antiquities. The British Museum is deviating from ethics in the way it assembles and in the management of its archaeological collections.
Given the timeless phenomenon of the sale of antiquities from the British Museum's Collections, it certainly puts our country's righteous demand for the return of the Parthenon sculptures and their reunification with their birthplace, the Parthenon, on a completely different basis. Both Greek archaeologists and public opinion in our country, we await the initiatives of the Greek Government and the Ministry of Culture in this direction.